Obrázky stránek
PDF
ePub

Υπονόμους των καὶ νὰ τοὺς ἀνατινάξω εἰς τὴν σελή νην. Ω, εἶνε ευχάριστον ὅταν δύο τεχνάσματα συναντῶνται ἐπὶ τῆς αὐτῆς γραμμής. Ας αρχίσωμεν τὰ τοῦ ταξειδίου ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου τούτου. Εἰς τὸ παρακεί μενον δωμάτιον θὰ σύρω τὸ κουφάρι τοῦτο (1). Καλὴν νύκτα, μῆτερ. ̓Αληθῶς, ὁ σύμβουλος οὗτος, ὁ καθ ̓ ἄπαντα αὐτοῦ τὸν βίον μωρὸς καὶ φλύαρος, εἶνε τώρα ἡσυχώτατος, ἐχέμυθος καὶ σοβαρώτατος. Ἔλα, κύριε, νὰ τελειώνωμεν. Καλὴν νύκτα, μῆτερ.

(Ἐξέρχονται ἑκατέρωθεν τῆς σκηνῆς.

Ο ΑΜΛΕΤ σύρει τὸ πτῶμα τοῦ ΠΟΛΩΝΙΟΥ).

(1) I 'll lug the guts : Κατά λέξιν : θὰ σύρω τὰ ἑντόσθια ταῦτα.

ΠΡΑΞΙΣ ΤΕΤΑΡΤΗ

ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ

Δωμάτιον ἐν τοῖς ἀνακτόροις.

Εισέρχονται ὁ ΒΑΣΙΛΕΥΣ, ἡ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ, ὁ ΡΟΖΕΝΚΡΑΝΣ καὶ ὁ ΓΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ.

ΒΑΣΙΛΕΥΣ

Ἔχουσιν ἔννοιαν οἱ λυγμοὶ καὶ οἱ βαθεῖς οὗτοι ἀναστεναγμοί, πρέπει νὰ μοὶ τὸ ἐξηγήσης· δέον νὰ μάθω τὸν λόγον αὐτῶν. Ποῦ εἶνε ὁ υἱός σου ;

ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ (πρὸς τὸν ΡΟΖΕΝΚΡΑΝΣ καὶ ΓΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΝ). Αφήσατέ μας ὀλίγον, σᾶς παρακαλῶ. ( Ἐξέρχονται). Αχ! Τί εἶδον ἀπόψε, τί εἶδον, καλέ μου σύζυγε !

ΒΑΣΙΛΕΥΣ

Τί Γερτρούδη ; Πῶς εἶνε ὁ ̔́Αμλετ ;

ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ

Παράφορος ὡς οἱ ἄνεμοι καὶ ἡ θάλασσα, ὅταν ἀγω νίζωνται τίς τὸν ἄλλον νὰ ὑπερνικήση. Ἐν τῷ ἀκρατήτῳ παροξυσμῷ του, ἀκούσας τι κινούμενον ὄπισθεν τοῦ παραπετάσματος, ἀνασύρει το ξίφος καὶ κραυγάζει «ποντικός, ποντικός», καὶ ἐν τῇ ἐγκεφαλικῇ ταύτη ταραχῇ φονεύει τὸν κεκρυμμένον ἀγαθὸν γέροντα.

ΒΑΣΙΛΕΥΣ

Ὢ τῆς ἀνοσίου πράξεως ! Καὶ ἡμεῖς αὐτοὶ ἠθέλομεν ὑποστῇ τὴν ἰδίαν τύχην, ἂν εὑρισκόμεθα ἐκεῖ. Ἡ ἐλευ θερία του εἶνε ἐπικίνδυνος εἰς πάντας ἡμᾶς· εἰς σὲ αὐτ τήν, εἰς ἡμᾶς καὶ εἰς πάντα ἄλλον. Φεῦ ! Τίνι τρόπῳ θὰ δικαιολογηθῇ ἡ αἱμοχαρής αὕτη πρᾶξις; Θὰ ἀποδοθῇ εἰς ἡμᾶς, ὧν ἡ πρόνοια ἔδει νὰ περιορίσῃ καὶ ἀπομακρύνῃ τοῦ κόσμου τὸν παράφρονα τοῦτον νεανίαν. ̓Αλλὰ τοσαύτη ἦτο ἡ στοργὴ ἡμῶν, ὥστε, μὴ θελήσαντες νὰ ἐννοήσωμεν τί ἦτο συμφερώτερον, ἐπρά ξαμεν ὡς ὁ ὑπὸ ῥυπαροῦ νοσήματος προσβεβλημέ νος, ὅστις, ἐκ φόβου μὴ καταστήσῃ αὐτὸ γνωστόν, τὸ ἀφίνει νὰ κατατρώγῃ τὸ σῶμα μέχρι ὀστέων. Ποῦ ἐπῆγε ;

ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ

Νὰ ἀποσύρῃ κατὰ μέρος τὸ σῶμα τοῦ ὑπ' αὐτοῦ φο νευθέντος. Οπως δὲ μεταξὺ ἀγεννῶν μετάλλων λάμπει ὁ χρυσός, οὕτω καὶ ἐπὶ τοῦ πτώματος τοῦ Πολωνίου ἀποδεικνύεται τὸ ἁγνὸν τῆς τρέλλας του (1). Κλαίει διὰ τὴν πρᾶξίν του.

ΒΑΣΙΛΕΥΣ

Απέλθωμεν, Γερτρούδη! Πρὶν ὁ ἥλιος φωτίση τὰ ὄρη θὰ ἐπιβιβάσωμεν αὐτὸν ἐπὶ τοῦ πλοίου. Ὡς πρὸς τὴν μυσαρὰν ταύτην πρᾶξιν, δέον νὰ καλύψωμεν καὶ δικαιολογήσωμεν αὐτὴν δι' ὅλης τῆς δυνάμεως καὶ δε ξιότητός μας. Αἴ! Γιλδενστέρνη! (Εἰσέρχονται ὁ ΡΟΖΕΝΚΡΑΝΣ καὶ ὁ ΓΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ). Ὑπάγετε ἀμφότεροι, ὦ φίλοι προσλάβετε καὶ ἐπικουρίαν. Ο Αμλετ ἐν τῇ παραφορά του ἐφόνευσε τον Πολώνιον καὶ ἔσυρεν αὐτ τὸν ἐκτὸς τοῦ δωματίου τῆς μητρός του. Εὕρετε αὐτ

(1) O'er whom his very madnes, like fine ore among a mineral of metals base, shows itself pure : Ἐπὶ τοῦ ὁποίου (σώματος) ὅπως χρυδὸς ἐντὸς ἀγεννῶν μετάλλων, φαίνεται καθαρά (ἁγνή) ή τρέλλα του. Φαίνεται ἔχων συναίσθησιν τῆς πράξεώς του (Schmidt).

τόν, ὁμιλήσατέ του μὲ ἤπιον τρόπον καὶ φέρετε τὸ πτῶμα εἰς τὸ παρεκκλήσιον. Σπεύσατε, σᾶς παρακαλῶ. (Ἐξέρχονται ὁ ΡΟΖΕΝΚΡΑΝΣ καὶ ὁ ΓΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ ). Ἐλθέ, Γερτρούδη. Θὰ συγκαλέσωμεν τοὺς φρονιμωτάτους τῶν φίλων μας διὰ νὰ γνωστοποιήσωμεν εἰς αὐτ τοὺς τὸ ἀτυχὲς συμβὼν καὶ τί προτιθέμεθα να πράξωμεν. Οὕτω δὲ ἡ συκοφαντία, ἧς τὸ ψιθύρισμα διαπερᾷ κατ' εὐθεῖαν διὰ τοῦ δηλητηριώδους βλήματός της τὴν διάμετρον τῆς γῆς, ὅπως τὸ τηλεβόλον τὸν σκοπὸν αὑτοῦ, ἀποτυγχάνουσα τὸ ὄνομά μας, να πλήξη τὸν ἄτρωτον αέρα. Αγωμεν. Τρόμος καὶ ταραχὴ πληροῦσι τὴν ψυχήν μου. (Ἐξέρχονται).

ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Ἕτερον δωμάτιον ἐν τοῖς ἀνακτόροις.

Εἰσέρχεται ὁ ΑΜΛΕΤ

ΑΜΛΕΤ

Ἀσφαλῶς ἐτοποθετήθη.

ΡΟΖΕΝΚΡΑΝΣ ΚΑΙ ΓΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ (ἔσωθεν)

Αμλετ ! Αμλετ !

ΑΜΛΕΤ

Σιωπή, τί θόρυβος εἶν' αὐτός; Ποῖος καλεῖ τὸν Αμ

λετ;

*Α! Ἐδῶ ἔρχονται.

Εἰσέρχονται ὁ ΡΟΖΕΝΚΡΑΝΣ καὶ ὁ ΓΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ

ΡΟΖΕΝΚΡΑΝΣ

Τί ἔκαμες τὸν νεκρόν, πρίγκιψ ;

ΑΜΛΕΤ

Τὸν ἀνέμιξα μὲ τὴν γῆν, μὲ τὴν ὁποίαν συγγενεύει.

ΡΟΖΕΝΚΡΑΝΣ

Εἰπέ μας ποῦ εἶνε, διὰ νὰ τὸν παραλάβωμεν ἐκεῖθεν καὶ τὸν μεταφέρωμεν εἰς τὸ παρεκκλήσιον.

[blocks in formation]

Ὅτι εἶμαι ἱκανὸς νὰ τηρήσω το μυστικόν σας καὶ ὄχι τὸ ἰδικόν μου. Ἔπειτα, ποίαν ἀπόκρισιν ὀφείλει νὰ δώσῃ υἱὸς βασιλέως ὅταν ἐρωτᾶται ὑφ ̓ ἑνὸς σπόγε γου ;

ΡΟΖΕΝΚΡΑΝΣ

Ὡς σπόγγον μὲ θεωρεῖς, πρίγκιψ ;

ΑΜΛΕΤ

Ναί, κύριε· σπόγγον ἀπορροφῶντα τὴν εὔνοιαν, τὰς ἀμοιβὰς καὶ τὴν ἐξουσίαν τοῦ βασιλέως. Αλλ' ἐπὶ τέλους υπάλληλοι τοιοῦτοι προσφέρουσιν ἀρίστας ἐκδουλεύσεις εἰς τὸν βασιλέα· κρατεῖ αὐτούς, ὅπως ὁ πίθηκος τὰ καρύδια εἰς γωνίαν τινὰ τῆς σιαγόνος του. Οἱ πρῶτοι εἰσαχθέντες εἰς τὸ στόμα καταπίνονται τελευταῖοι. Ὅταν ὁ βασιλεὺς χρειασθῇ ὅ,τι ἔχετε συλλέξει, σᾶς θλίβει ὀλίγον, καὶ ξηραίνεσθε πάλιν, ὦ σπόγγοι μου (1).

(1) Ο Johnson λέγει ὅτι δὲν δύναται νὰ ἐννοήσῃ τὴν ἀπάντη σιν τοῦ Αμλετ. Κατὰ διαφόρους τρόπους ἑρμηνεύεται τὸ χωρίον τοῦτο ὑπὸ τῶν σχολιαστῶν. Ὁ Furnes και Wright φρονοῦσιν ὅτι σκοπίμως εκφέρει ανοησίας ὁ ̔́Αμλετ.

« PředchozíPokračovat »